Blogger Widgets

Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2011

ΑΦΙΕΡΩΜΑ : Χριστουγεννιάτικα έθιμα

Στην Ελλάδα μιλάμε για τις «Γιορτές» κι αναφερόμαστε στην εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων (Θεοφάνεια). 

Παραδοσιακά η περίοδος αυτή διαρκεί 12 μέρες και υπάρχουν πολλά έθιμα συνδεδεμένα με αυτή, άλλα πολύ παλιά κι άλλα σχετικά πρόσφατα, όπως το στόλισμα του χριστουγεννιάτικου δέντρου και η γαλοπούλα στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. 


Το θρησκευτικό συναίσθημα κι η πρακτική στο παρελθόν ήταν σαφώς πιο έντονα και σχεδόν 40 μέρες νωρίτερα ξεκινούσε η Νηστεία Των Χριστουγέννων. Οι πιστοί δεν κατανάλωναν καθόλου ζωικά προϊόντα: κρέας, γαλακτοκομικά, αυγά.

Πλησιάζοντας προς τα Χριστούγεννα, άρχιζαν οι προετοιμασίες ώστε όλα να είναι έτοιμα για την μεγάλη γιορτή της Γεννήσεως του Ιησού Χριστού. Τα σπίτια καθαρίζονταν σχολαστικά και λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα οι νοικοκυρές έφτιαχναν τα μελομακάρονα, τα οποία φυσικά τρώγονταν την ημέρα των Χριστουγέννων με την λήξη της νηστείας. Στο παρελθόν τα μελομακάρονα ήταν αποκλειστικά για τα Χριστούγεννα κι οι κουραμπιέδες για την Πρωτοχρονιά. Σήμερα όμως ο διαχωρισμός αυτός δεν τηρείται. 

Παλιότερα ήταν έθιμο να μεγαλώνει κάθε οικογένεια στο χωριό ένα γουρούνι, το «χοίρο», όπως το έλεγαν. Ο χοίρος σφάζονταν την παραμονή των Χριστουγέννων κι ήταν το κύριο Χριστουγεννιάτικο έδεσμα. Το έθιμο της Γαλοπούλας έφτασε στην Ευρώπη από το Μεξικό το 1824 μ.Χ. Έχει διαδοθεί αρκετά και στην Ελλάδα και έχει αντικαταστήσει το χοιρινό κρέας σε μεγάλο βαθμό, αλλά όχι τελείως.

Σήμερα όλοι αγοράζουν και στολίζουν χριστουγεννιάτικα δέντρα, είτε φυσικά είτε τεχνητά. Συνήθως στολίζονται λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα και παραμένουν στα σπίτια μέχρι τα Φώτα. Στην Κρήτη παλιότερα το έθιμο αυτό δεν υπήρχε. Σε άλλες περιοχές της Ελλάδας στόλιζαν μικρά καραβάκια. Το έθιμο του χριστουγεννιάτκου δέντρου πιστεύεται ότι έχει έρθει από τη Δύση, αλλά σήμερα έχουμε αποδείξεις ότι αυτό υπήρχε ήδη στην αρχαία Ελλάδα, όπου τα παιδιά στην αρχή του χρόνου περιφέρονταν στους δρόμους κρατώντας στολισμένα κλαδιά δέντρων και τραγουδώντας την Ειρεσιώνη, τα αρχαία ελληνικά κάλαντα.
 
 
 Ε Θ Ι Μ Α
 
 Στην Κρήτη, έχουν σαν χριστουγεννιάτικο έθιμο το χριστουγεννιάτικο ψωμί. Το ζύμωμα του συγκεκριμένου ψωμιού, θεωρείται ολόκληρη ιεροτελεστία, εφ΄όσον χρησιμοποιούνται ακριβά υλικά για την παρασκευή του. Οι νοικοκυρές σχηματίζουν με τη μισή ζύμη, μία μεγάλη κουλούρα ενώ με την υπόλοιπη έναν σταυρό για να τη στολίσουν. Διακοσμητικά γύρω γύρω στην κουλούρα αυτή του ψωμιού, χαράζουν με μαχαίρι διάφορα σχέδια όπως καρδιές, αστεράκια, λουλούδια κ.α. Συνηθίζουν να κόβει το χριστουγεννιάτικο αυτό ψωμί ο νοικοκύρης του σπιτιού την μέρα των Χριστουγέννων και να το μοιράζει σε όλους όσους βρίσκονται στο γιορτινό τραπέζι.

Στην Μακεδονία, ο νοικοκύρης του σπιτιού διαλέγει από το χωράφι του το πιο γερό κλαδί ελιάς  ή πεύκου και το τοποθετεί στο τζάκι του σπιτιού. Το ξύλο αυτό που ονομάζεται και «Χριστόξυλο» καίγεται για όλο το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων (από την μέρα δηλαδή των Χριστουγέννων μέχρι και τα Φώτα). Κατά την παράδοση το κάψιμο του Χριστόξυλου, βοηθά τον Χριστό να ζεσταίνεται στην φάτνη της Βηθλεέμ. Ο κάθε Μακεδόνας προσπαθεί να καίγεται το Χριστόξυλο του σπιτιού του μέχρι και τα Φώτα. Ακόμα ένα έθιμο των Μακεδόνων, είναι οι «Μωμόγεροι». Ένα είδος δηλαδή παραδοσιακού λαϊκού θεάτρου που αναβιώνει σε όλα τα χωριά όπου υπάρχουν πρόσφυγες από τον Πόντο. Οι πρωταγωνιστές αυτών των θεατρικών παραστάσεων κάνουν μιμητικές κινήσεις, ενώ τα πρόσωπά τους είναι μακιγιαρισμένα όπως το δέρμα των γερόντων. Οι παραστάσεις πραγματοποιούνται καθ΄όλη την διάρκεια του δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων.

Στα Επτάνησα, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς γίνεται το έθιμο της «κολόνιας». Οι άνθρωποι κατεβαίνουν στους δρόμους κρατώντας μπουκάλια με κολόνια και «ραίνουν» ο ένας τον άλλο. Με τον τρόπο αυτό, γιορτάζουν τον ερχομό του νέου έτους, και τραγουδούν: « Ήρθαμε με ρόδα και ανθούς να σας ειπούμε Χρόνους Πολλούς».

Στην Θεσσαλία, το σημαντικότερο χριστουγεννιάτικο έθιμο που έχουν είναι το σφάξιμο του γουρουνιού, η λεγόμενη «γουρουνοχαρά». Η διαδικασία για την προετοιμασία και το σφάξιμο του γουρουνιού γίνεται με ιδιαίτερη φροντίδα. Για τα μεγαλόσωμα ζώα απαιτούνται 4-5 άνδρες, όχι παιδιά ηλικίας 20-25 ετών. Μετά το γδάρσιμο, αρχίζει το κόψιμο του λίπους και στην συνέχεια το κόψιμο του κρέατος σε μικρά κομμάτια. Το λίπος (παστό), λιώνεται και αποθηκεύεται σε μεγάλα δοχεία λαδιού για να χρησιμοποιηθεί αφού παγώσει από τις νοικοκυρές στα φαγητά τους κατά την διάρκεια της χρονιάς. Στις περισσότερες περιοχές της Θεσσαλίας, τα γουρούνια σφάζονται την ημέρα του Αγίου Στεφάνου στις 27 Δεκεμβρίου, γι’ αυτό και η γιορτή αυτή ονομάζεται «Γρουνοστέφανος».

Στην Ήπειρο, έχουν ένα χριστουγεννιάτικο έθιμο, το λεγόμενο «αναμμένο πουρνάρι». Στην Άρτα, συνηθίζουν να ανάβουν ένα κλαδί πουρναριού ή οποιουδήποτε άλλου δέντρου που «τρίζει» κατά το κάψιμο και το κρατούν στο χέρι κατά τις επισκέψεις τους σε άλλα σπίτια. Στα Γιάννενα, ακολουθούν το ίδιο έθιμο με μία μικρή παραλλαγή. Αντί για κλαδί, κρατούν στα χέρια τους μία χούφτα δαφνόφυλλα ή πουρναρόφυλλα και τα πετούν στο τζάκι να καούν στο σπίτι που επισκέπτονται. Όταν αρχίσουν τα φύλλα να καίγονται και να «τρίζουν» τότε εύχονται: «Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς». Είναι η καλύτερη ευχή για κάθε νοικοκύρη.

Στην Πελοπόννησο, έχουν το σπάσιμο του ροδιού. Το πρωί της Πρωτοχρονιάς ο νοικοκύρης του σπιτιού πηγαίνει στην εκκλησία κρατώντας το ρόδι του για να το «λειτουργήσει». Μετά πηγαίνοντας στο σπίτι του, χτυπάει την πόρτα της εισόδου και ανοίγοντας του σπάει με δύναμη το ρόδι για να σκορπιστούν οι ρώγες του παντού στο σπίτι. Παράλληλα με το σπάσιμο του ροδιού, δίνουν και την ευχή: «με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος και όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη την χρονιά».

Στη Θράκη, οι Σαρακατσάνες εξακολουθούν να ζυμώνουν την «Χριστόκλουρα». Στρογγυλή κουλούρα με κεντήματα διάφορα που αναπαριστάνουν συνήθειες και από το παρελθόν όπως στάνη, στρούγκα και άλλα. Της βάζουν μέλι και την τρώνε όλοι μαζί περιμένοντας την γέννηση του Χριστού. Ένα ακόμα έθιμο είναι και οι «Μπαμουσιαραίοι». Την δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, δύο άντρες μεταμφιέζονται ο ένας σε Μπαμουσιαραίο και ο άλλος στην γυναίκα του. Ο Μπαμπουσιαραίος φορά μία νεροκολοκύθα στο πρόσωπο που της έχει ανοίξει τρύπες για μάτια και στόμα, προβιές προβάτων, και κρεμασμένα κουδούνια στην μέση. Οργανοπαίκτες με νταούλια, ζουρνάδες και γκάιντες τους συνοδεύουν και με την έντονη μουσική τους ξεσηκώνουν το χωριό.


Στην Πέλλα, αναβιώνει ακόμα και σήμερα το έθιμο της «Κόλιντα Μπάμπω». Οι κάτοικοι της περιοχής το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου ανάβουν φωτιές, φωνάζοντας «Κόλιντα Μπάμπω» που σημαίνει «σφάζουν, γιαγιά». Αυτό είναι ένα έθιμο που αναπαριστά την σφαγή των αρσενικών νηπίων από τον Ηρώδη. Έτσι η φωτιά ενημερώνει τους κατοίκους να προφυλαχθούν όχι μόνο από τον βασιλιά, αλλά και από τα κακά που ίσως φέρνει ο καινούριος χρόνος.


Ποντιακά έθιμα των Χριστουγέννων

 Οι Γιορτινές προετοιμασίες του  χειμερινού κύκλου ξεκινούσαν  τον Δεκέμβρη, στη γιορτή της Αγίας Βαρβάρας. Οι νυκοκυρέςψ έφτιαχναν μελόπιτες και βαρβάρα με σιτάρι, καλαμπόκι και φασόλια και τα μοίραζαν σε γείτονες και παιδιά. Τις μελόπιτες τις ετοίμαζε κάποιος ηλικιωμένος από την οικογένεια με μέλι, σιτάρι, καρύδια, και αλεύρι, προσφορά της γειτονιάς. Σύμφωνα με το έθιμο, με το μέλι της πίτας σχημάτιζαν σταυρό στην πόρτα του σπιτιού. 

Στις 15 του Δεκέμβρη, στις αγροτικές περιοχές γιόρταζαν τα « Αλώα» στους αγρούς για τη ευόδωση των καρπών της γης, ένα έθιμο που σήμερα έχει εκλείψει.

Για τα Χριστούγεννα, σε πολλά μέρη του Πόντου, οι νοικοκυρές συνήθιζαν να παρασκευάζουν πίτες από καλαμποκάλευρο, αλευροχαλβά, κατμέρια και τον «πουρμά», ένα  σιροπιαστό γλυκό που θύμιζε το σαραϊγλί. Στην Τραπεζούντα  τις παραμονές των  Χριστουγέννων οι νοικοκυρές απαραιτήτως ζύμωναν κουλούρια για το σπίτι και τα ζώα. Επίσης ζύμωναν τα χριστόψωμα τα οποία περιείχαν καρύδια και όταν ψήνονταν τα περίχυναν με μέλι. Πάνω στο χριστόψωμο κεντούσαν με αμύγδαλα τη γέννηση του Χριστού. Στόλιζαν ένα τραπέζι δίπλα στο Χριστουγεννιάτικο δένδρο, με διάφορα γιορτινά καλούδια κι ένα εικόνισμα, αφιερωμένο στην Παναγία, το « Τραπέζι της  Παναγίας». Στην Ινέπολη του νομού Κασταμονής, οι νοικοκυρές ετοίμαζαν για τα Χριστούγεννα τα παραδοσιακά γλυκά « κετέ», «ιτσλί» και «κατμέρια». Στην Αμάσεια, τα βασικά γιορτινά εδέσματα ήταν το κεσκέκι, το σουμπορεγί και το τζεβιζλί τσορέκ.  Διαδεδομένο υλικό για τις πίτες ήταν το χασισόλαδο και οι χασισόσποροι τους οποίους επεξεργαζόταν όπως τους κόκκους του καφέ. Καβουρντίζανε τους σπόρους σ' ένα τηγάνι χωρίς λάδι ώσπου να πάρουν μαύρο χρώμα και να βγάλουν το λάδι τους .
Τη νύχτα της 24ης Δεκεμβρίου, παραμονή των Χριστουγέννων, «εθύμιζαν»  τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα με λύρα και με νταούλζουρνά. Γύριζαν όλα τα σπίτια του χωριού παρέα με  τους μωμόγερους, αψηφώντας το τσουχτερό κρύο και με αραιούς πυροβολισμούς και ψάλλοντας τα κάλαντα θύμιζαν τη γένεση του θεανθρώπου.  Στα ορεινά του Πόντου λέγανε τα κάλαντα και την ημέρα γιατί οι καιρικές συνθήκες ήταν συχνα απαγορευτικές για έξοδο την νύχτα. Οι "καλαντάδες" εκτός από τη συνοδεία της λύρας, φρόντιζαν να φέρουν μαζί τους και ένα στολισμένο καράβι, φτιαγμένο από χαρτόνι και λεπτό σανίδι για να εντυπωσιάσουν τους νοικοκυραίους. Συνήθως φώτιζαν τα καραβάκια τους με κεριά, ενώ κάθε ομάδα προσπαθούσε να φτιάξει το πιο όμορφο και φανταχτερά στολισμένο, εν είδη συναγωνισμού. Προτού αρχίσουν να ψάλλουν, ένας της παρέας έλεγε μεγαλόφωνα τον πολυχρονισμό, αρχίζοντας από τον αρχηγό της οικογένειας και τελειώνοντας και στο πιο μικρό παιδί και σ' αυτούς τους ξενιτεμένους: «Ο Θεός να πολυχρονίζ' τον κύριο τάδε...και στη συνέχεια έψαλλαν:

«Καλημέρα σας και πολλούς χρόνους
ύγειαν και χαρά στον νοικοκύρη
ύγειαν και χαρά στα παλικάρια.
Έξω στην αυλή και στο παλάτι
στέκουν θυμίζουν τα παλικάρια,
στέκουν θυμίζουν εσένα, αφέντη.
Έ αφέντη μας, μα μη κοιμάσαι΄.
Οψεζνί βραδύ καλή βραδύ έν,
οψεζνί βραδύ Χριστός γεννέθεν,
οψές γεννέθεν και αύριο εστάθεν,
γράφει γράμματα, βαστά βαγγέλια,
γράφει γράμματα και πάλ' εγνώθι,
αρχοντόπουλο και καλαμιόνι,
μύρος έτουνε και μυροϊδόνι
και μυρόδισεν όλον τον κόσμον,
εμυρόδισε κ' εσένα, αφέντη.
Έ αφέντη μας, να μη κοιμάσαι,
άψο το κερί κι έλα σήν πόρτα.»

Με τον τελευταίο στίχο «άψο το κερί κι έλα σήν πόρτα», ο νοικοκύρης, με αναμμένο κερί στο χέρι, θ' ανοίξει την πόρτα και θα υποδεχτεί όλους χαρούμενος και γελαστός. 

 Οι νοικοκυρές, χαρούμενες και γελαστές, πρόσφερναν άφθονα καρύδια, μήλα, τσίρα και ούβας σ' όλους. Ο αρχηγός της οικογένειας με την κανάτα γεμάτη κρασί στο χέρι, κερνούσε κρασι. Μετά το κρασοπότι, η Σχολική Επιτροπή, από τους γεροντότερους του χωριού, εισέπραττε ό,τι πρόσφερναν σ' αυτήν υπέρ του σχολείου, χρήματα, νήμα κανναβένιο, καλαμπόκι, φασόλια, καννάβι, ακατέργαστο κ.ά. 


 Κεφαλονιά
Την περίοδο των Χριστουγέννων τα σπίτια στολίζονταν με κλαδιά μυρτιάς και κουμαριάς. Την παραμονή των Χριστουγέννων οι γυναίκες έφτιαχναν μπομπότα και Χριστόψωμο, διακοσμημένο με το σχήμα μιας σφραγίδας σαν σταυρό στη μέση, με καρύδια και αμύγδαλα, και με πέντε απολήξεις που συμβόλιζαν το χέρι του Χριστού. Όταν επέστρεφε η οικογένεια στο σπίτι μετά η Χριστουγεννιάτικη λειτουργία, ο νοικοκύρης έβαζε το Χριστόψωμο πάνω απ’ τη φωτιά, του έριχνε τρεις σταγόνες λάδι και έλεγε «Χριστός γεννιέται, το φως αξαίνει». Η έκφραση αυτή εκτός από ποιητική είναι και κυριολεκτική, μιας και η νύχτα της 25ης Δεκεμβρίου είναι η μεγαλύτερη του χρόνου, και από την επομένη η μέρα αρχίζει να μεγαλώνει. Έκοβαν μετά όλοι από ένα κομμάτι Χριστόψωμο και όσο έμενε το έδιναν στα οικόσιτα ζώα, γιατί ο χριστός γεννήθηκε μέσα σε στάβλο με ζώα.

Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς τα παιδιά πηγαίνουν στα σπίτια μια κουτσούνα (αγιοβασιλίτσα), η οποία τοποθετείται στην εξώπορτα για να προστατεύει το σπίτι.

Τη νύχτα της πρωτοχρονιάς στο Αργοστόλι υπάρχει και σήμερα ένα πρωτότυπο έθιμο. Όλοι εφοδιάζονται με κολόνιες όπου τις πετούν ο ένας στον άλλον, εν μέσω ψαλμωδιών και μουσικής.

Όταν επιστρέφουν στο σπίτι μετά τη λειτουργία, σπάνε ένα ρόδι στην είσοδο του σπιτιού, και όσα σπόρια έχει, τόσες ευχές της οικογένειας θα πραγματοποιηθούν.
Τη μέρα της Πρωτοχρονιάς οι γυναίκες φτιάχνουν τηγανίτες. 
 Οι ημέρες ανάμεσα στα Χριστούγεννα και τα Φώτα είναι το δωδεκαήμερο, κατά το οποίο οι καλλικάντζαροι σουλατσάρουν και κάνουν κάθε λογής σκανταλιές. Στην κεφαλονιά λέγονται «παγανά» και μοιάζουν με μικρά παιδιά. Οι νοικοκυρές εκείνες τις μέρες λιβάνιζαν και σταύρωναν τις πόρτες. Τα παγανά του δωδεκαήμερου προφανώς συμβολίζουν την «χαλαρή» -από θρησκευτικής σκοπιάς- ζωή εκείνων των ημερών, με πλούσια γεύματα και διασκεδάσεις.
Την παραμονή των φώτων ο παπάς επισκέπτεται τα σπίτια για τον αγιασμό. Πριν έρθει οι νοικοκύρηδες βγάζουν τη στάχτη που χρησιμοποίησαν εκείνες τις μέρες από το σπίτι, για να εξορκίσουν αργότερα τα έντομα από τα αμπέλια.
Το ψωμί των Φώτων λέγεται «Φωτίτσα». 
Κυκλάδες

Στις Κυκλάδες οι εορτασμοί του «Δωδεκαημέρου» (Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Θεοφάνεια) έχουν έναν μοναδικό, ιδιαίτερο χαρακτήρα ο οποίος ποικίλλει ευχάριστα από νησί σε νησί.


Γενικά στα Κυκλαδονήσια οι κάτοικοι θεωρούν ως καλό οιωνό αν την Πρωτοχρονιά φυσάει βοριάς ή αν έρθει στην αυλή του σπιτιού ένα περιστέρι. Αν όμως πετάξει πάνω από το σπιτικό κοράκι φοβούνται μήπως συμβούν ατυχίες. Σε ορισμένα χωριά των Κυκλάδων, όταν οι άνθρωποι πλένονται το πρωί της Πρωτοχρονιάς αγγίζουν το πρόσωπό τους μ' ένα κομμάτι σίδερο για να είναι όλο το χρόνο υγιείς («σιδερένιοι»).

Στην Αμοργό, ανήμερα τη Πρωτοχρονιά, σερβίρουν τον «κοφτό», ένα έδεσμα από σιτάρι, κρεμμύδι, τυρί τριμμένο, λάδι και νερό για να πάει καλά η σοδειά.

Στην Ανάφη, τα Χριστούγεννα οι νοικοκυρές παρασκευάζουν και προσφέρουν το «κουφέτο», γλυκό του κουταλιού από ασπρισμένα αμύγδαλα και κομμάτια κοκκινωπής κολοκύθας τα οποία σιγοβράζουν μέσα σε μέλι. Την Πρωτοχρονιά ψήνουν στον ξυλόφουρνο το αναφιώτικο «ζαφοριστό» ψωμί από κρόκο με ιδιαίτερη γεύση ζαφοράς και με έντονο κίτρινο χρώμα.

Τα Χριστούγεννα, τα στενά δρομάκια  της Μυκόνου μοσχοβολούν από τις δίπλες, τα φοινίκια, τους κουραμπιέδες και τα Χριστόψωμα που ψήνονται στο φούρνο. Στα χωριά ζυμώνουν και ψήνουν ένα επιπλέον Χριστόψωμο το οποίο μοιράζουν στα ζώα του σπιτιού. Εκτός από τα γλυκίσματα οι νοικοκυρές μαγειρεύουν λαρδί χοιρινό με χόρτα ή λάχανο, το οποίο συμβολίζει την αφθονία, κρέας ψητό στον φούρνο, κρεμμυδόπιτα με ντόπια «τυροβολιά» και μελόπιτα με τυροβολιά, μέλι και κανέλα. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ομάδα «καλαντιστάδων» του Πολιτιστικού Λαογραφικού Συλλόγου Γυναικών Μυκόνου, με την παραδοσιακή «καράβα» και το φαναράκι στα χέρια, περιφέρεται στην Χώρα ψάλλοντας τα Μυκονιάτικα και τα παραδοσιακά Δηλιανά Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα:


«Άγιος Βασίλης έρχεται από τις Κάτω Δήλες
βαστά το καλαθάκι του γεμάτο πεταλίδες.
Τις πεταλίδες ήφαε ξινόγαλο γυρεύει
του δίνουμε Χριστόψωμο και ανεπετά και φεύγει.
Άγιος Βασίλης έρχεται και στο ντουλάπι πάει
να βρει τα ξεροτήγανα και να κάτσει να τα φάει.
Τα ξεροτήγανα ήφαε και λούζα μας γυρεύει
του δίνουμε γλυκό κρασί και σηκώνεται και φεύγει.
Για σφάξτε μας τον πετεινό για σφάξτε μας την κότα
για δώστε μας το τάλιρο να πάμε σ' άλλη πόρτα».

Η ημέρα των Φώτων είναι επίσης λαμπρή γιορτή στη Μύκονο επειδή ξεκινούν τα «μπαλόσια», έθιμο Βενετσιάνικης προέλευσης με ρίζες την λέξη «ballonzolo» που σημαίνει «χοροπήδημα» και «Ballocio» που σημαίνει «χορουδάκι». Τους χορούς αυτούς συνοδεύουν βιολιά, τσαμπούνες και τουμπάκια.

Ένα παραδοσιακό γαστρονομικό έθιμο της Νάξου είναι γεμιστό κατσίκι με διάφορα χορταρικά και ρύζι, το οποίο παρασκευάζεται και προσφέρεται τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Ζυμώνονται επίσης τα Χριστόψωμα με σταφίδες και καρύδια, τα οποία έχουν στο κέντρο ένα ολόκληρο καρύδι με το τσόφλι του και ένα σταυρό από ζυμάρι. Στη Νάξο ψέλνονται, ως κάλαντα, τα περίφημα «κοτσάκια», ένα είδος μαντινάδας με σκωπτικό χαρακτήρα. 

Στην Πάρο τα παιδιά ψάλλουν τα κάλαντα το απόγευμα της παραμονής των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, αμέσως μετά τον εσπερινό και ανήμερα το πρωί μετά το τέλος της λειτουργίας. Τα Χριστούγεννα οι νοικοκυρές ψήνουν Χριστόψωμα φτιαγμένα από αλεύρι και ξηρούς καρπούς, σχηματίζουν με το ζυμάρι ένα σταυρό πάνω σε αυτά και τα δίνουν για τροφή στα ζώα του σπιτιού. Το  πρωί της παραμονής των Θεοφανείων, μετά τη τέλεση του «Μικρού Αγιασμού», οι ιερείς, φορώντας το πετραχήλι και κρατώντας στο χέρι το σταυρό μ' ένα κλαδί φρέσκο βασιλικό, «φωτίζουν» τα σπίτια. Τους συνοδεύει  ένα παιδί το οποίο κρατάει στα χέρια του ένα κουβαδάκι με τον αγιασμό, την «σίγκλα», κι ένα λαδοφάναρο με το Άγιο Φως. Πηγαίνοντας από σπίτι σε σπίτι οι ιερείς ψάλλουν το «Εν Ιορδάνη...» και «φωτίζουν», κατά την τοπική διάλεκτο, τους πιστούς και τα δωμάτια του σπιτιού τους  ώστε να απομακρυνθούν τα κακά και πονηρά πνεύματα. Οι νοικοκυρές ρίχνουν στη «σίγκλα» τον οβολό τους και ειδικά στην Μάρπησσα, προτείνουν στον ιερέα να καθίσει στον καναπέ λέγοντας του: «...Κάτσε παπά για να καθίσει κι η κλώσσα μας!» και τον κερνούν νηστίσιμα μπουρεκάκια. 

Το απόγευμα της παραμονής των Θεοφανείων ομάδες παιδιών  και  ενηλίκων ψάλλουν τα παριανά κάλαντα τα οποία είναι επηρεασμένα από την αναγγελία του χαρμόσυνου γεγονότος της Βάπτισης του Χριστού.

Τα ξημερώματα της ημέρας των Φώτων γίνεται λειτουργία στη ανδρική Μονή της Λογγοβάρδας, βορειανατολικά της πρωτεύουσας Παροικιάς. Η λειτουργία αρχίζει στις δύο τα ξημερώματα και την παρακολουθούν μόνο άντρες, ενώ οι γυναίκες πηγαίνουν στην αντίστοιχη τελετή του Ιερού Ναού του Ταξιάρχη, πάντοτε στην ίδια περιοχή.

Το πρωί των Θεοφανείων στους παράκτιους οικισμούς της Πάρου, μετά το τέλος της λειτουργίας του «Μεγάλου Αγιασμού», ο ιερέας, οι ψάλτες και το εκκλησίασμα πηγαίνουν από την εκκλησία στο λιμάνι, κρατώντας την εικόνα της Βάφτισης και τα Εξαπτέρυγα, για να γίνει ο αγιασμός των υδάτων και η κατάδυση του Τίμιου Σταυρού. Μετά τη λειτουργία όσοι πιστοί έχουν νηστέψει την προηγουμένη μέρα φέρνουν αγιασμό στο σπίτι και τον πίνουν. Η γιορτή αυτή θεωρείται ως ημέρα κάθαρσης και εξαγνισμού για τους ανθρώπους, τα ζώα και τη Φύση γενικότερα. Οι γεωργοί ραντίζουν με αγιασμό τα ζώα τους, τις κατοικίες τους, τα χωράφια, τα δέντρα, τα πηγάδια. Αυτό το τελετουργικό πρέπει να γίνει μέχρι το μεσημέρι γιατί θεωρείται ότι αργότερα ο αγιασμός χάνει τη δύναμη της κάθαρσης και του εξαγνισμού.

Στην Σίφνο τα παραδοσιακά Σιφνέικα κάλαντα είναι αυτοσχέδιες δημιουργίες στην τοπική διάλεκτο οι οποίες συνδέονται άμεσα με την θρησκευτική ζωή και ψέλνονται από το μεσημέρι μέχρι το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Οι συνθέσεις αυτές αναδεικνύουν το ταλέντο του δημιουργού, εκφράζουν συναισθήματα και σχολιάζουν πρόσωπα και καταστάσεις. Στην Σίφνο το πατροπαράδοτο χριστουγεννιάτικο τραπέζι αποτελείται, κατά βάση, από χοιρινό κρέας παστό ή στο φούρνο και από Χριστόψωμα ζυμωμένα με γλυκάνισο.
Στη Σύρο την «Καλή Βραδιά», δηλαδή την παραμονή των Χριστουγέννων, οι καθολικοί κάτοικοι, κυρίως της συριανής υπαίθρου και της Άνω Σύρου, μετά από την εκκλησία, επιστρέφουν στα σπίτια τους και τρώνε ψάρι και κουνουπίδι. Την παραμονή των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς μέλη του Λυκείου Ελληνίδων, ντυμένα με την παραδοσιακή συριανή φορεσιά, περιέρχονται στους δρόμους της Ερμούπολης κρατώντας το στολισμένο παραδοσιακό καραβάκι και ψάλλουν τα συριανά και τα τηνιακά κάλαντα. Το καραβάκι συμβολίζει την πλεύση του ανθρώπου προς την καινούργια ζωή μετά τη γέννηση του Χριστού. Στη Σύρο τα τελευταία χρόνια το ξεχασμένο αυτό κυκλαδίτικο έθιμο έχει αναβιώσει μετά από αξιέπαινες προσπάθειες πολιτιστικών και δημοτικών φορέων. Την παραμονή των Θεοφανείων μέλη του Λυκείου Ελληνίδων ψάλλουν πάλι τα κάλαντα κρατώντας, αυτή τη φορά, φαναράκια φτιαγμένα από κούφια φρέσκα πορτοκάλια, αναβιώνοντας ένα παμπάλαιο συριανό έθιμο.
 Στην Τήνο, το «Τραπέζι της Αδελφότητας» είναι ένα χριστουγεννιάτικο έθιμο το αναβιώνει στο παραδοσιακό χωριό του Τριποτάμου κάθε χρόνο στις 25 Δεκεμβρίου. Οι οικογένειες του χωριού αναλαμβάνουν κάποιες δεδομένες υποχρεώσεις προς τον ενοριακό ναό του χωριού, τα Εισόδια της Θεοτόκου. Ο αρχηγός της οικογένειας η οποία ορίζεται υπεύθυνη ονομάζεται «κάβος» και υποχρεώνεται να διατηρεί αναμμένο, όλο το χρόνο, το καντήλι μπροστά από την εικόνα της Γέννησης του Χριστού. Πρέπει επίσης να διατηρεί καθαρή την εκκλησία, να αναλαμβάνει τα έξοδα της λειτουργίας των Χριστουγέννων και την προμήθεια κεριών, καθώς και μιας μεγάλης λαμπάδας από γνήσιο κερί μέλισσας. Το μεσημέρι των Χριστουγέννων ο «κάβος»  παραθέτει γεύμα στο σπίτι του μόνο για τους άνδρες του χωριού και τον ιερέα της ενορίας. Οι προσκεκλημένοι  φέρνουν μαζί τους, μέσα σε μία πετσέτα, το ψωμί, το πιρούνι, το κουτάλι και το κρασί τους. Το επίσημο αυτό γεύμα χαρακτηρίζεται από την αφθονία των εδεσμάτων και τη γενναιοδωρία του «κάβου» ο οποίος προσφέρει στους συνδαιτυμόνες σούπα μοσχαρίσια, κρεμμυδάτο κοκκινιστό κρέας, κρέας βραστό και ντολμάδες. Το κρασί προσφέρεται σε «τάσια», κύπελλα σε ημισφαιρικό σχήμα από ορείχαλκο, τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά αυτή τη μέρα και είναι δωρεά των κατοίκων του χωριού. Μετά το φαγητό, μια ομάδα καλεσμένων μαζί με τον ιερέα, μεταφέρουν την εικόνα της Γέννησης του Χριστού από την εκκλησία στο σπίτι του οικοδεσπότη, ψάλλοντας Χριστουγεννιάτικα τροπάρια. Η εικόνα τοποθετείται πάνω στο τραπέζι δίπλα στον ιερέα. Όλοι κάθονται πάλι στο τραπέζι, ο ιερέας μοιράζει αντίδωρο και ανάβονται κεριά, πανομοιότυπα με αυτά τα οποία μοιράστηκαν στην πρωινή λειτουργία. Ο ιερέας ρωτάει κατόπιν το όνομα του επόμενου «κάβου». Μόλις αυτό ανακοινωθεί περιφέρονται δύο δίσκοι, ο ένας για τη χρηματική βοήθεια του νέου «κάβου» και ο άλλος για τη βοήθεια του ιερέα. Προσφέρονται γλυκίσματα και όλοι εύχονται στο νέο «κάβο» καλή επιτυχία στις υποχρεώσεις τις οποίες ανέλαβε. Η εικόνα επιστρέφεται στην εκκλησία με συνοδεία Χριστουγεννιάτικων  τροπαρίων.  Την επόμενη μέρα, 26η Δεκεμβρίου, όλοι οι συγχωριανοί συγκεντρώνονται πάλι στο σπίτι του παλιού «κάβου» για να φάνε και να πιούν ότι απέμεινε από την προηγούμενη μέρα. Οι υποχρεώσεις του παλαιού «κάβου» τελειώνουν με το γεύμα των Χριστουγέννων, αλλά αυτός, μέχρι το τέλος του χρόνου, δεν παύει να ευθύνεται για το άναμμα του καντηλιού της εικόνας.


Ρούμελη και την Στερεά Ελλάδα
 
 Γεμάτα με έθιμα και παραδόσεις είναι τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά στην Ρούμελη. 
 
Ξεκινούν από τον τρόπο με τον οποίον θα σφάξουν τα γουρούνια και φτάνουν μέχρι το πάντρεμα της φωτιάς. Ξεκινούν από τα κάλαντα και φτάνουν μέχρι το Βασιλόψωμο.

Όμως οι ευχές για μια καλύτερη χρονιά, καλύτερη σοδειά και καλύτερη προκοπή είναι αυτές που κυριαρχούν σε κάθε έκφραση της παράδοσης.

Εκτός από τα κάλαντα που ακούγονται σε κάθε γωνιά της Ρούμελης διατηρούνται ακόμη ορισμένα από τα έθιμα που παραδοσιακά μεταφέρονται από γενεά σε γενεά και δίνουν ένα διαφορετικό χρώμα στις Άγιες τούτες μέρες.

Χοιροσφαγή > Στα ορεινά χωριά της δυτικής Φθιώτιδας είναι απίθανο να μη συναντήσουμε τουλάχιστον ένα χοίρο σε κάθε σπίτι. Ηταν πάντα θέμα αρχοντιάς, κοινωνικής και οικονομικής επιφάνειας. Η προετοιμασία για τη σφαγή τους ξεκινά πολύ νωρίς αφού οι νοικοκυρές είναι υποχρεωμένες να βρούν πλέον γανωματή για να γανώσουν (να κασιτερώσουν) τα οικιακά σκεύη που είναι αναγκαία για την χοιροσφαγή.

Τώρα όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οι παρέες έγιναν μικρότερες και τα πράγματα έχουν περισσότερο απλοποιηθεί. Η χοιροσφαγή όμως παραμένει ολόκληρη τελετουργία αφού είναι απαραίτητο να υπάρχει φωτιά, κάρβουνο και λιβάνι και την ώρα της σφαγής η νοικοκυρά θα πρέπει να τα ρίξει πάνω στη σφαγή ενώ στο στόμα του χοίρου βάζουν ένα λεμόνι για να μένει ανοιχτό και να αερίζεται.

Όταν τελικά τελειώσουν τους χοίρους, ολόκληρη η γειτονιά ξεκινά ένα γλέντι ενώ την ίδια ώρα οι νοικοκυρές ξεκινούν να φτιάξουν τα λουκάνικα και τις “τσιγαρίθρες”.

Το αρραβώνιασμα της φωτιάς > Γίνεται ξημερώματα των Χριστουγέννων την ώρα που ο λαός την αποκαλεί “ανοιχτή ώρα”.

Η νοικοκυρά βάζει ένα μεγάλο ξύλο στο τζάκι και σύμφωνα με την παράδοση εκείνη την ώρα ό,τι ζητήσεις, βεβαίως θα πρέπει να αφορά τα παιδιά και όχι τους παντρεμένους, μπορεί να γίνει. Αντίθετα το πάντρεμα της φωτιάς γίνεται τα ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς. Στο τζάκι μπαίνουν δύο μεγάλα ξύλα που φροντίζει ο νοικοκύρης να είναι ισομερή για να καίγονται το ίδιο. Σύμφωνα με την παράδοση, εκείνη την ώρα που δεν αλλάζει μόνο ημέρα, αλλά αλλάζει και ο χρόνος όποια ευχή ή όποια κατάρα και αν κάνει ο άνθρωπος αυτή θα πιάσει τόπο λέει ο λαός. Τα συγκεκριμένα έθιμα τα συναντάμε σε πάρα πολλά σημεία της Ρούμελης ιδιαίτερα όμως στη δυτική Φθιώτιδα και στην ορεινή Δωρίδα.

Το Βασιλόψωμο : Το όνομα του προσδιορίστηκε από την ημερομηνία κατανάλωσης. Τρώγεται ανήμερα του Αγίου Βασιλείου από όπου πήρε και το όνομα του. Εκτός από αλεύρι οι νοικοκυρές βάζουν μέσα ρεβύθι αλεσμένο, βασιλικό και νερό και πάνω του δημιουργούν διάφορα σχήματα και παραστάσεις είτε αυτές αφορούν την παραγωγή είτε την υγεία είτε την οικογένεια. Μετά το ψήσιμό του είναι έτοιμο να κοπεί, την ώρα του φαγητού, το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς. Παράλληλα με το Βασιλόψωμο οι νοικοκυρές κάνουν και της Βασιλοκουλούρες. 


 Στην Φλώρινα, οι κάτοικοι υποδέχονται τη γέννηση του Χριστού ανάβοντας μεγάλες φωτιές στις 12 τα μεσάνυχτα, που συμβολίζουν τη φωτιά που άναψαν οι ποιμένες της Βηθλεέμ για να ζεσταθεί ο νεογέννητος Χριστός. Φωτιές ανάβουν επίσης και το βράδυ της Πρωτοχρονιάς.


 Στη Σιάτιστα Κοζάνης, την περίοδο των γιορτών, θα αναβιώσουν «κλαδαριές», τα «κόλιαντα» και τα «μπουμπουσάρια». Οι «κλαδαριές» είναι οι φωτιές που ανάβονται κάθε χρόνο στις 23 Δεκεμβρίου για να ζεστάνουν τον Χριστό.Τα ήθη και τα έθιμα ενός τόπου μαρτυρούν τις βαθύτερες ανησυχίες των ανθρώπων όπως αυτές αποτυπώθηκαν στο πέρασμα των χρόνων. Στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μακεδονίας οι κάτοικοι - η πλειονότητα των οποίων έχουν ρίζες στις αλησμόνητες πατρίδες του Πόντου και της Μικράς Ασίας - γνωρίζουν πώς να σέβονται τις παραδόσεις τους, αφού σε αυτές έχουν αποτυπωθεί η ιστορία, οι αγώνες αλλά και οι ανησυχίες του τόπου τους.


 Χανιά
Στη Δυτική Κρήτη σε κάθε γωνιά η παράδοση ζωντανεύει και τα ήθη και τα έθιμα της γιορτής δεν ξεχνιούνται.

Τα παραδοσιακά κάλαντα την παραμονή των Χριστουγέννων φέρνουν στους δρόμους πόρτα - πόρτα τους πιτσιρικάδες, που πριν από χρόνια μπορεί να έπαιρναν από το χέρι του νοικοκύρη και της νοικοκυράς ένα κουραμπιέ ή ένα μελομακάρονο, σήμερα βγαίνουν στους δρόμους να τα πουν για να το χαρτζηλίκι τους. Ομάδες παιδιών κρατώντας το παραδοσιακό τρίγωνο, την Κρητική λύρα, ή άλλα μουσικά όργανα χτυπούν τις πόρτες από νωρίς το πρωί μέχρι και αργα το βράδυ.

Στις κουζίνες των σπιτιών τα σύγκλινα το χοιρινό τα εντόσθια στο τηγάνι το ζυμωτό ψωμί το βραστό το Κρητικό πιλάφι, "κυριαρχούν" της γαλοπούλας. Στο τραπέζι τα πατροπαράδοτα μελομακάρονα και κουραμπιέδες που ακόμα και σήμερα πολλές νοικοκυρές εξακολουθούν να παρασκευάζουν στο σπίτι. Επίσης σε πολλά σπίτια συναντά κανείς τα αυγοκαλάμαρα.

Η νηστεία του 40ήμερου τηρείται ακόμα και σήμερα ευλαβικά, ενώ οι εκκλησίες και οι ναοί κατακλύζονται από πιστούς.

Στην σπηλιά του Αϊ Γιάννη στην Μαραθοκεφάλα Κισάμου την παραμονή των Χριστουγέννων τελείται Αρχιερατική θεία λειτουργία.

Η αναπαράσταση της φάτνης όπου γεννήθηκε ο Χρηστός με πρόβατα, βοσκούς φωτιές σήμαντρα και το αστέρι να λάμπει στην κορυφή της σπηλιάς δίνουν ιδιαίτερο χρώμα.Παλιότερα, από την παραμονή των Χριστουγέννων οι γεωργοί οι βοσκοί και οι ναυτικοί έλεγαν "πώς παλεύγουν οι καιροί, και οι αέρηδες ποιος θα γεννηθεί και ποιος θα βαπτισθεί''. Οποιος γεννηθεί όποιος δηλαδή υπερισχύσει και βγει νικητής την ημέρα των Χριστουγέννων, αυτός θα υπερισχύσει μέχρι και τα Φώτα αλλα και ολόκληρο τον καινούργιο χρόνο.Πιο παλιά το βραδύ της παραμονής των Χριστουγέννων έκοβαν κλαδιά και βλαστούς οι νοικοκυρές και τα πήγαιναν στο σπίτι. Τα έβαζαν σε ποτήρι με νερό και προσμονούσαν να ανθίσουν.Το προζύμι το Χριστόψωμο είχαν την ξεχωριστή θέση σε κάθε σπίτι, ενώ το "ανάθρεμμα" του χοίρου που σφάζονταν την παραμονή κυριαρχούσε στα περισσότερα χωριάΤην δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων από το κρέας του χοίρου παρασκεύαζαν λουκάνικα, απάκια, πηχτή, σύγκλινο, ομαθιές και τσιγαρίδες.




Ηράκλειο

Πολλά είναι τα έθιμα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς στην Ανατολική Κρήτη αρκετά από τα οποία διατηρούνται ακόμη και σήμερα Το χριστουγεννιάτικο ψωμί ή Χριστόψωμο το φτιάχνουν οι γυναίκες με ιδιαίτερη φροντίδα και υπομονή.

Όταν πλάσουν το ζυμάρι, παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα, ενώ με την υπόλοιπη φτιάχνουν ένα σταυρό με λωρίδες και τον τοποθετούν πάνω στο ψωμί. Στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι και στην υπόλοιπη επιφάνεια σχεδιάζουν σχήματα με το μαχαίρι ή με το πιρούνι, όπως λουλούδια , φύλλα, καρπούς κά .Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το Χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί. Το κόβουν ανήμερα τα Χριστούγεννα, ανταλλάσσοντας ευχές.
Την προπαραμονή των Χριστουγέννων την Ημέρα των Αγίων Δέκα στα χωριά της Ανατολικής Κρήτης έσφαζαν τους χοίρους που είχαν ανατραφεί κυρίως με βελανίδια, χουμά και αποφάγια. Από το σφάξιμο του χοίρου δεν πετούσαν τίποτα. Από το κρέας παρασκεύαζαν λουκάνικα, ομαθιές, τσιλαδιά με τη χοιροκεφαλή, απάκια από λουρίδες ψαχνού κρέατος καπνισμένες στο τζάκι, σύγκλινα (κομμάτια κρέας μισοβρασμένα και αποθηκευμένα σε κιούπι) μαζί με τη γλίνα (το λίπος) που τα βοηθούσε να διατηρηθούν πολλούς μήνες τα μαγείρευαν με πατάτες. Επίσης τη γλίνα (το λίπος το χρησιμοποιούσαν ως ..βούτυρο) ενώ έφτιαχναν και ένα γλύκισμα από τον χοίρο την λεγόμενη ξυγκόπιττα.


Δεν υπάρχουν σχόλια: